MEDYLIFE

Το Παιδικό Συναισθηματικό Τραύμα

Το Παιδικό Συναισθηματικό Τραύμα και η Γέννηση της Κατάθλιψης: Μια Ψυχαναλυτική Προσέγγιση

Στην ψυχαναλυτική θεώρηση, το παιδί βιώνει τα πρώτα του συναισθήματα μέσα σε ένα πλαίσιο σχέσεων που χαράζουν ανεξίτηλα την ψυχή του. Η ανάγκη για αποδοχή, ασφάλεια και αγάπη δεν είναι απλώς συναισθηματικές πολυτέλειες, αλλά θεμελιώδεις ανάγκες για τη συγκρότηση του Εγώ και την αίσθηση της ταυτότητας.

Όταν το παιδί τραυματίζεται συναισθηματικά —είτε μέσω απώλειας, εγκατάλειψης, απόρριψης, παραμέλησης ή συναισθηματικής κακοποίησης— το άγουρο ψυχικό του σύστημα δεν είναι σε θέση να επεξεργαστεί επαρκώς το φορτίο του πόνου. Αντ’ αυτού, το τραύμα εγχαράσσεται ασυνείδητα, δημιουργώντας βαθιά ρωγμή στην εικόνα του εαυτού και του Άλλου. Η βασική εμπιστοσύνη στον κόσμο διαβρώνεται, και μαζί της θρυμματίζεται η αίσθηση ότι το “είμαι” είναι κάτι πολύτιμο και ασφαλές.

Η κατάθλιψη, στο φως της ψυχαναλυτικής σκέψης, μπορεί να θεωρηθεί ως ένα είδος “πένθους χωρίς τέλος” για αυτό που χάθηκε —μια ανείπωτη απώλεια της πρωταρχικής αγάπης, της αναγνώρισης, της ασφάλειας. Ο παιδικός ψυχισμός, ανίκανος να εκφράσει την οργή ή τη θλίψη προς το αντικείμενο της ματαίωσης (συνήθως τη μητρική ή πατρική φιγούρα), στρέφει τα συναισθήματα αυτά εναντίον του εαυτού. Έτσι, γεννιέται η αυτομομφή, η ενοχή, η αίσθηση αναξιότητας —πυρηνικά στοιχεία της καταθλιπτικής εμπειρίας.

Σύμφωνα με τον Freud, αλλά και μεταγενέστερους στοχαστές όπως ο Winnicott και η Klein, η εσωτερίκευση αυτών των τραυματικών εμπειριών δημιουργεί “εσωτερικά αντικείμενα” γεμάτα αμφιθυμία: το παιδί αγαπά και μισεί το ίδιο πρόσωπο, επιθυμεί και ταυτόχρονα απελπίζεται. Όταν η εσωτερική σύγκρουση δεν μπορεί να λυθεί, εγκαθίσταται ένας χρόνιος μηχανισμός άρνησης της ζωτικότητας —ένας ψυχικός αμυντικός παγετός που σταδιακά διαμορφώνει την καταθλιπτική δομή της προσωπικότητας.

Στην ενήλικη ζωή, τα πρώιμα τραύματα μπορεί να αναβιώνουν κάθε φορά που το άτομο βιώνει απώλεια, απόρριψη ή ματαίωση. Η κατάθλιψη εμφανίζεται όχι μόνο ως απάντηση στην εκάστοτε εμπειρία, αλλά κυρίως ως επανενεργοποίηση του παλιού, άλυτου τραύματος. Η θλίψη τότε δεν αφορά μόνο το “τώρα”, αλλά κυρίως το “τότε” —ένα τότε που παραμένει ζωντανό μέσα στη μνήμη του σώματος και του ασυνειδήτου.

Η ψυχαναλυτική διεργασία στοχεύει στην ανάδυση αυτού του κρυμμένου πένθους. Μέσα από τη θεραπευτική σχέση, το άτομο καλείται να αναγνωρίσει, να θρηνήσει και τελικά να επανασημασιοδοτήσει τις τραυματικές του εμπειρίες. Εκεί όπου κάποτε υπήρχε σιωπή, ντροπή και εσωτερική εγκατάλειψη, μπορεί σιγά-σιγά να ανθίσει λόγος, αποδοχή και εσωτερική φροντίδα.

Το παιδικό τραύμα δεν σβήνει. Όμως, όταν γίνει αντικείμενο επεξεργασίας και κατανόησης, μπορεί να μεταμορφωθεί. Η ψυχή μπορεί τότε να επιστρέψει στη ζωή, όχι αρνούμενη την πληγή της, αλλά κουβαλώντας την με τρυφερότητα, σαν σημάδι μιας βαθιάς, υπαρξιακής ενηλικίωσης.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *